Tα μυστικά της βυθομέτρησης στην τεχνική του Match Waggler Fishing και όχι μόνο!
Του Δημήτρη Σφαλτού
Φωτογραφίες:Δημήτρης Σφαλτός, Γιώργος Χούσος
Η σωστή βυθομέτρηση στην match waggler τεχνική (και γενικά σε όλες τις τεχνικές με φελλό) είναι ένα από τα πιο βασικά κεφάλαια του ψαρέματος, και κρίνεται απίστευτα μεγάλο ποσοστό επιτυχίας ή αποτυχίας. Το σημείο που θα ψαρεύει το δόλωμά μας, είναι κρίσιμο, ανάλογα πάντα με την εποχή, τις συνθήκες , και με τα ψάρια που στοχεύουμε. Είναι το πρώτο πράγμα που θα κάνουμε πριν ξεκινήσουμε να ψαρεύουμε, και έχει σαν στόχο τον προσδιορισμό και την γνώση του βάθους στην ευρύτερη περιοχή.
Ξεκινώντας το ψάρεμα!
Όπως και στις περισσότερες τεχνικές , πριν ξεκινήσουμε το ψάρεμα , θα πρέπει να παρατηρήσουμε το σημείο που θα στήσουμε τον εξοπλισμό μας. Η παρατήρηση είναι από τα πιο σημαντικά κεφάλαια και το κλειδί και στην match με φελλό τεχνική. Είναι πολύ σωστό να παρατηρήσουμε το μέρος από ψηλά, να δούμε τις πρώτες βασικές διαβαθμίσεις του βάθους, να δούμε φυκιάδες , διάσπαρτους βράχους, ξέρες, αμμουδιές ή μικτό βυθό.
Εάν στοχεύουμε σε σαργούς για παράδειγμα , δεν θα πάμε στην ρηχή αμμουδιά, αλλά θα ψάξουμε μεγάλα βάθη με βραχώδη βυθό. Με την παρατήρηση μπορούμε να έχουμε μια πρώτη εικόνα του τόπου και να κάνουμε ένα χονδρικό προσδιορισμό βάθους.
Η ρύθμιση του βάθους γίνεται συνήθως με την βοήθεια του φελλού , του στόπερ και του βυθομετρητή . Εάν η αρματωσιά μας είναι συρόμενη, ρυθμίζουμε/μετακινούμε το επίσης συρόμενο στόπερ στο επιθυμητό μήκος, εάν είναι σταθερή, μετακινούμε τον φελλό και τα σχιστά βαριδάκια που τον “στοπάρουν”.
Οι βυθομετρητές
Οι βυθομετρητές είναι τα εργαλεία που μας βοηθούν στον προσδιορισμό του βάθους. Είναι στην ουσία ένα επιπρόσθετο βάρος, το οποίο όταν τοποθετηθεί πάνω στο αγκίστρι υπερζυγίζει την αρματωσιά και βυθίζει τον φελλό μας, όταν το βάθος είναι μεγαλύτερο από το μήκος της αρματωσιάς. Οι βυθομετρητές έχουν πολλά σχέδια και βάρη, τα πιο πολυχρησιμοποιούμενα βάρη στην match τεχνική είναι από 5-30 γρ.
Οι βυθομετρητές έχουν πάντα ένα σύστημα για να πιάνεται το αγκίστρι πάνω τους, να το ασφαλίζουν, χωρίς να μένει εκτεθειμένη η μύτη του και να σκαλώνει στον βυθό. Στην παρακάτω φωτογραφία θα δείτε ένα βυθομετρητή αυτοσχέδιο με φελλό στο κάτω μέρος για να γατζώνει το αγκίστρι.
Οι πιο κοινοί είναι αυτοί με το πλήκτρο στο κάτω μέρος τους, το οποίο όταν το πατάμε βγαίνει μια υποδοχή που ασφαλίζει το αγκίστρι.
Υπάρχουν βυθομετρητές με μανταλάκι, ένα μολύβδινο σύστημα δύο κοίλων πλακών με ελατήριο, που μπορεί να μπει στο αγκίστρι και μπορεί να πιαστεί και στο τελευταίο βαρίδι της αρματωσιάς. Αυτοί είναι χρήσιμοι όταν θέλουμε να βυθομετρήσουμε τον βυθό με ξαπλωμένο το παράμαλό μας. Μόλις βρούμε το ακριβές βάθος , θα ξέρουμε ότι όσο παράμαλο περισσεύει απο τον βυθομετρητή, θα βρίσκεται ξαπλωμένο στον βυθό.
Επίσης υπάρχουν βυθομετρητές που μοιάζουν σαν σταθερά βαρίδια καμπάνες, και έχουν ένα φελλό στο κάτω μέρος τους για να πιάνεται το αγκίστρι. Τέλος μπορούμε να φτιάξουμε και αυτοσχέδιους βυθομετρητές με απλά βαρίδια καμπάνες και πετονιά που θα πιάνει το αγκίστρι μας.
Δείτε σε αυτό το link πως θα φτιάξετε έναν αυτοσχέδιο βυθομετρητή!
Η βυθομέτρηση σε στάδια
1)Για να βυθομετρήσουμε ένα τόπο , θα φτιάξουμε την αρματωσιά μας και θα τοποθετήσουμε τον βυθομετρητή στο αγκίστρι μας.
2)Μετακινούμε το στόπερ ή το φελλό, σε ένα μήκος της μάνας, που χονδρικά πιστεύουμε ότι είναι το βάθος της περιοχής. Μην ξεχνάτε να σαλιώνετε το στόπερ σε κάθε μετακίνηση , για να μην πληγώσετε την mainline σας (μάνα μηχανισμού).
3)Κάνουμε την βολή στο επιθυμητό σημείο που σκέφτεστε αρχικά να ψαρέψετε.
4)Εάν το βάθος του σημείου είναι μεγαλύτερο από το βάθος που έχουμε ορίσει με το στόπερ, ο φελλός θα βυθιστεί (περίπτωση Α στο παρακάτω σχήμα). Μην ξεχνάτε ότι ο ρόλος του βυθομετρητή είναι να υπερζυγίσουμε την αρματωσιά. Όσο πιο γρήγορα βυθιστεί ο φελλός και χαθεί εντελώς, τόσο πιο μακριά θα μετακινήσουμε το στόπερ. Σε αυτή την περίπτωση θα μετακινήσουμε το στόπερ προς τα πάνω στην μάνα, για να αυξήσουμε το μήκος της αρματωσιάς , και θα ξανακάνουμε την βολή.
5)Εάν δούμε ότι ο φελλός βγαίνει έξω από το νερό, σημαίνει ότι το μήκος της αρματωσιάς είναι μεγαλύτερο από το βάθος (περίπτωση Β στο παραπάνω σχήμα). Τότε θα μετακινήσουμε το στόπερ προς την αρματωσιά (για να μειώσουμε το μήκος της αρματωσιάς), μέχρι να ισορροπήσει ο φελλός ελάχιστα εκατοστά κάτω από την επιφάνεια του νερού. Ξανακάνουμε την βολή και δοκιμάζουμε.
6)Μετά από τις μετακινήσεις του στόπερ που έχουμε κάνει με τις δοκιμές μας , ο φελλός βρίσκεται 1-2 εκατοστά κάτω από την επιφάνεια του νερού (περίπτωση C στο σχήμα!). Τότε έχουμε βρει το ακριβές βάθος του σημείου που στέκεται ο φελλός. Βγάζουμε το καλάμι έξω και μετράμε το μήκος της αρματωσιάς για να ξέρουμε το μήκος και να ξέρουμε το βάθος. Αυτό είναι πολύ βασικό, γιατί εάν χαθεί η βυθομέτρηση θα πρέπει να ξέρουμε που βρισκόμασταν την πρώτη στιγμή.
Παράγοντες που επηρεάζουν την βυθομέτρηση
Οι παράγοντες που επηρεάζουν την βυθομέτρηση είναι τα ρεύματα, το βάρος του βυθομετρητή, οι παλίρροιες, οι πετονιές , το μήκος του φελλού, και το είδος του βυθού. Δείτε και ένα ωραίο σχεδιάγραμμα με κλασικό φελλό απίκο/pole/bolognese... To C είναι το σωστό, το Α και το Β είναι λάθος βυθομέτρηση!
-Τα ρεύματα μπορούν να δημιουργήσουν μεγάλα τόξα στην αρματωσιά και να χαθεί σημαντικό τμήμα της βυθομέτρησης, ειδικά εάν ψαρεύουμε σε μεγάλα βάθη. Ένας πιο βαρύς βυθομετρητής μπορεί να βοηθήσει στην μερική εξάλειψη αυτού του φαινομένου. Όταν υπάρχουν δυνατά ρεύματα κάτω στον βυθό, το φαινόμενο του μεγάλου τόξου εντείνεται, και ο φελλός τείνει να μπαίνει συνέχεια μέσα στο νερό. Σε αυτή την περίπτωση βάζουμε μέσω του στόπερ λίγα εκατοστά παραπάνω μήκος στην αρματωσιά, για να είμαστε πιο χαμηλά στο βυθό. Προσέξτε όμως, ότι εαν τα ρεύματα σταματήσουν, μπορεί να σκαλώσετε!!!
-Ένας ελαφρύς βυθομετρητής θα κάνει μεγαλύτερο χρόνο να κατέβει κάτω στον βυθό και να παρασύρει τον φελλό μας κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας. Μπορεί επίσης και να ξεσύρει σε ανώμαλο βυθό και να αλλάξει το βάθος. ‘Έχουμε στην κατοχή μας ποικιλία βαρών βυθομετρητών και κάνουμε αλλαγή με βαρύτερο. Σε βαθιά νερά απλά ξεχνάμε τους ελαφριούς βυθομετρητές και ξεκινάμε με 10 γρ+!
-Στις έντονες παλίρροιες (πανσέληνο- νέα σελήνη) η στάθμη των νερών ανεβοκατεβαίνει. Η βυθομέτρηση μπορεί να αλλάξει όσο περνάει η ώρα και ανεβοκατεβαίνουν τα νερά. Η πληροφορία της αλλαγής του βάθους μπορεί να είναι πολύ σημαντική σε πονηρά ψάρια ή σε αυτά που τρέφονται αποκλειστικά στον βυθό. Εγώ πριν το ψάρεμα άμα είμαι σε βράχια, θα βάλω σημάδι π.χ σε μια πέτρα. Εάν διαπιστώσουμε το φαινόμενο, κάνουμε ξανά βυθομέτρηση με το λιγότερο δυνατόν θόρυβο. Μετά την βυθομέτρηση ξαναρίχνουμε λίγο μαλάγρα.
-Είναι αποδεκτό ότι οι λεπτές πετονιές έχουν καλύτερη συμπεριφορά στο νερό, μειωμένες αντιστάσεις και λιγότερη πλαστικότητα. Μια χοντρή πετονιά για την τεχνική match, δεν θα δίνει λεπτομερή βυθομέτρηση, γιατί θα επηρεάζεται περισσότερο από τα ρεύματα και τις σπείρες της. Σε γενικές γραμμές δεν υπάρχει σοβαρό πρόβλημα, αλλά εάν πχ, θέλουμε να ψαρέψουμε κέφαλους που τρώνε 1-2 εκατοστά κοντά στον βυθό, η μικρή μεταβολή και για 10 εκατοστά ακόμη της βυθομέτρησης θα είναι λόγος για αμφίβολο αποτέλεσμα.
Οι παγίδες της βυθομέτρησης!
Ένας ανώμαλος μικτός βυθός μπορεί να έχει πέτρες , μεγάλες φυκιάδες, ξέρες, βαθιές αποχές, πλάκες, τρύπες, σημεία με μαλακή αμμουδιά. Εάν πέσουμε πάνω σε μια ψηλή πλάκα ή σε ένα βράχο , θα χάσουμε μια καλύτερη βυθομέτρηση παρακάτω, που μπορούν τα τρώνε τα ψάρια λιγότερο καχύποπτα. Επίσης ,εάν βυθομετρήσουμε σε μια τρύπα, το βάθος θα είναι μικρότερο και θα σκαλώνουμε συνεχώς δεξιά και αριστερά. Εμείς τότε θα πιστεύουμε ότι ψαρεύουμε σωστά και τα ψάρια θα είναι αρκετά πιο κάτω ή πάνω , ή δεν θα βλέπουν το δόλωμά μας.
Οι αυξομειώσεις του βυθού είναι πάντα πρόβλημα στην βυθομέτρηση. Σε αυτές τις περιπτώσεις ποτέ δεν βυθομετρούμε σε ένα σημείο, αλλά πάντα περιμετρικά για να έχουμε ένδειξη της μεταβολής του βάθους. Είναι το πιο κοινό λάθος όλων των ψαράδων που θέλουν να ψαρέψουν με την match waggler τεχνική. Μετρούν ένα σημείο και μόνο, και ξεκινάνε το ψάρεμα, χάνοντας όλα τα μυστικά του τόπου, δεν ψάχνουν τα μέρη που κρύβουν τα ψάρια, και δεν κάνουν ποτέ χαρτογράφηση!
Το τελικό σημείο επιλογής όμως θα κριθεί από ακόμη πιο πολλές παραμέτρους, όπως την ύπαρξη ρευμάτων, το πόσο επικίνδυνο θα είναι για την ακεραιότητα της αρματωσιάς, εάν θα έχει μέρος που θα βραχώσει ένα ψάρι κτλ.
Στους δύσκολους βραχώδεις βυθούς , ξεκινάμε να μετράμε με μικρό σε βάρος βυθομετρητή. Ένας βαρύς βυθομετρητής μπορεί να σφηνώσει πιο εύκολα ανάμεσα σε βράχια και να τον χάσουμε με κόψιμο της αρματωσιάς ή του παραμάλου. Το ίδιο ισχύει και σε λιμάνια με πολλά ντέματα ,όπως σχοινιά κάτω στον βυθό.
Ανάλογα το ψάρι, θα πρέπει να διαλέξουμε και που θα το ψαρέψουμε. Η μουρμούρα και ο κέφαλος θα ψαρευτούν 99% κάτω στον βυθό, ενώ μια πονηρή τσιπούρα μπορεί να θέλει εντελώς πατωτό το παράμαλο.
Ένα αρπακτικό λαβράκι μπορεί να φάει σε όλα τα βάθη όταν κυνηγάει. Όταν όμως η θάλασσα είναι ταραγμένη και η εποχή είναι κρύα, θα το ψαρέψουμε κάτω στον βυθό. Το μελανούρι, σαν ψάρι της μαλάγρας , μπορεί να φάει σε όλα τα βάθη. Αυτά τα ψάρια τρώνε συνήθως όπου πάει η μαλάγρα. Τα μεγαλύτερα μεγέθη όμως προσωπικά τα έχω πάρει στον βυθό χαμηλά, μετά από λεπτομερή βυθομέτρηση. Όταν δεχόμαστε επιθέσεις από μικρόψαρα την ημέρα, θα σηκώσουμε το στόπερ πιο ψηλά για να τα αποφύγουμε. Όταν όμως πέσει η νύχτα και εξαφανιστούν, για να κατεβούμε πάλι στον βυθό, θα πρέπει να γνωρίζουμε το βάθος της αρχικής βυθομέτρησης.
Τα παραπάνω είναι μερικά από τα παραδείγματα γιατί είναι απαραίτητη η βυθομέτρηση και πόσο είναι το ακριβές βάθος του σημείου που θέλουμε να ψαρέψουμε. Επίσης σε ένα τόπο μπορούν να βρίσκονται διαφορετικά είδη ψαριών, που χρειάζονται διαφορετικό βάθος ψαρέματος, π.χ μουρμούρα, μελανούρι, ζαργάνα, σάλπα, λαβράκι, κτλ.
Η γνώση του βάθους είναι καθοριστική για να ξέρουμε που θα ψαρέψουμε κάθε φορά και να μην κάνουμε όλη μέρα συνεχείς βυθομετρήσεις που θα μας τρομάξουν τα ψάρια στην ψαρεύτρα μας. Βρείτε το βάθος και βάλτε σημάδι στο καλάμι σας! Επίσης εαν αλλάξετε για κάποιο λόγο φελλό στο ψάρεμα, και ο τελευταίος φελλός είναι πιο μακρύς/κοντός από αυτόν που κάνατε βυθομέτρηση, να ξέρετε ότι έχετε χάσει την αρχική βυθομέτρηση!!! Τότε αλλάζουμε το βάθος, συνυπολογίζοντας το μήκος του φελλού που άλλαξε!!!
Η βυθομέτρηση λαμβάνει χώρα, πριν το μαλάγρωμα! Αμα μαζευτούν τα ψάρια με την μαλάγρα, δεν θέλουν να βλέπουν βυθομετρητές να πέφτουν στα κεφάλια τους, γιατί πονηρεύουν!
Προσοχή στα στόπερ που μπορεί να γλιστράνε , μετά από πολλές βολές και ισχυρά καρφώματα. Ελέγχουμε ότι το στόπερ είναι καλά δεμένο, σφιχτό, χωρίς να ξύνει και να αλλοιώνει την mainline. Χρησιμοποιώ οδοντικό νήμα ακέρωτο ή ειδικά νήματα για στόπερ, και σε κάθε μετακίνηση πάνω στην μάνα, το σαλιώνω κάλά!
Εάν δούμε ότι τα τσιμπήματα κόβουν, καλό θα είναι να αναπροσδιορίσουμε την βυθομέτρηση, μετρώντας το αρχικό μήκος της αρχικής βυθομέτρησης. Δεν είναι κακό να βάλουμε ένα σημάδι πάνω στο blank του καλαμιού, που θα είναι δίπλα το στόπερ. Εγώ βάζω το αγκίστρι στην τάπα του καλαμιού, και σημαδεύω το σημείο του καλαμιού που είναι το στόπερ. Ετσι, και να μου κοπεί μια αρματωσιά, όταν την ξαναφτιάχνω ξέρω ακριβώς που είναι το βάθος!
Ένας άλλος εύκολος τρόπος, είναι να μετράμε την αρματωσιά μας μόλις τελειώσουμε την βυθομέτρηση με οργιές, δηλαδή με ανοίγματα χεριών (μία οργιά-ένα άνοιγμα χεριών- είναι περίπου 1,6-1,7 μέτρα). Καλό θα είναι να μην μας μετράει άλλος ψαράς το βάθος με οργιές αλλά πάντα μόνοι μας, γιατί πιθανόν έχει διαφορετικό σωματότυπο , άρα και μήκος ανοίγματος χεριών!
Να είστε όλοι καλά!!!